Αγαπητή μου φίλη, υπάρχει μια στιγμή το καλοκαίρι που την αγαπώ περισσότερο από κάθε άλλη. Είναι η στιγμή που βρίσκομαι σε μια ξαπλώστρα, με κλειστά μάτια, σταματάω κάθε σκέψη και ακούω μόνο την θάλασσα. Τα κύματα έρχονται και φεύγουν, ξανά και ξανά, σαν μια ήρεμη, ρυθμική υπενθύμιση ότι τίποτα δεν μένει στάσιμο. Όλα ρέουν. Όλα όσα αγαπάμε, όλα όσα φοβόμαστε, όλα όσα σήμερα μοιάζουν σημαντικά, αύριο μπορεί να μην είναι πια εδώ.
Καθώς ακούω το κύμα να έρχεται απαλά προς την άμμο και ύστερα να υποχωρεί, θυμάμαι όλες εκείνες τις στιγμές που κάποτε θεώρησα ότι δεν θα ξεπεράσω ποτέ. Θυμάμαι να μένω ξύπνια από το άγχος μιας παρουσίασης, να στεναχωριέμαι επειδή ένιωθα ότι πνίγομαι σε μια δουλειά, ή να αισθάνομαι πληγωμένη από κάτι που κάποιος είπε και που σήμερα ίσως ούτε καν θυμάται. Κάποτε, αυτές οι στιγμές έμοιαζαν να με καθορίζουν. Λες και αυτές οι στιγμές ήταν η αιωνιότητα. Σήμερα όμως έχουν απομακρυνθεί, σαν τις πατημασιές στην άμμο που τις σβήνει η θάλασσα καθώς υποχωρεί.
Όμως δεν είναι μόνο οι άσχημες στιγμές που περνάνε. Περνούν και οι όμορφες. Και ίσως αυτό είναι πιο δύσκολο να το αποδεχτούμε. Θυμάμαι στιγμές πάνω στον πανικό που με έκαναν να γελάσω μέχρι δακρύων, συνεργασίες που με έκαναν να νιώθω ζωντανή, τον πρωινό καφέ που μοιραζόμουν με φίλους καθώς προσπαθούσαμε να παρακινήσουμε ο ένας τον άλλον να βγει η μέρα, ανθρώπους που έβλεπα κάθε πρωί και που πλέον συναντώ μόνο περιστασιακά ή είναι απλά μηνύματα στο κινητό μου. Άνθρωποι και στιγμές που πέρασαν γρήγορα, χωρίς να προλάβω να πω πόσο ευγνώμων ήμουν που υπήρξαν.
Η ζωή είναι παράξενη έτσι. Μας καλεί συνεχώς να αποδεχτούμε ότι όλα, τα όμορφα, τα δύσκολα, τα πολύτιμα, είναι μόνο δανεικά. Και κάπως έτσι, ξαφνικά ίσως, καταλαβαίνεις ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη σοφία από το να αγαπάς αυτά που έχεις όσο ακόμα τα έχεις. Όσο κλισέ και αν είναι. Να κρατάς τους ανθρώπους κοντά σου, όχι επειδή φοβάσαι ότι θα φύγουν, αλλά επειδή ξέρεις πως κάποια στιγμή σίγουρα θα φύγουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ίσως αυτό να είναι το νόημα της στιγμής πάνω στη ξαπλώστρα: να συνειδητοποιήσεις τη μοναδικότητα του τώρα, πριν αυτό γίνει ανάμνηση.
Και όταν έρθει η ώρα να πεις το «αντίο» (γιατί πάντα έρχεται αυτή η ώρα), να μπορείς να χαμογελάσεις. Να κοιτάξεις πίσω σου και να πεις: «Τελικά ήταν μια υπέροχη περιπέτεια». Γιατί το να ζεις πραγματικά, σημαίνει να αγαπάς γνωρίζοντας πως κάποια στιγμή αυτό που αγαπάς θα χαθεί και αυτό να μη σε τρομάζει καθόλου. Όπως και η στιγμή στην παραλία, κάποια στιγμή όσο και να θέλουμε με νύχια και με δόντια να κρατηθούμε στην ξαπλώστρα, θα πρέπει να σηκωθούμε και η ανάπαυλα αυτή να τελειώσει. Και ποιος ξέρει, μπορεί μια καλύτερη στιγμή να την διαδεχτεί. Δεν θα το μάθουμε όμως αν δεν σηκωθούμε από την ξαπλώστρα.
Ανοίγω τα μάτια μου ξανά. Ο ήλιος λάμπει, η θάλασσα συνεχίζει τον αέναο ρυθμό της (το ίδιο και αυτοί που παίζουν ρακέτα κάπου παραδίπλα). Χαμογελώ. Όλα περνάνε ναι, και ευτυχώς (φαντάσου να άκουγες κάθε μέρα τον ήχο από το μπαλάκι που χτυπάει στην ρακέτα!). Έτσι ακριβώς μαθαίνουμε να εκτιμούμε το μόνο πράγμα που έχουμε πραγματικά: αυτό που ζούμε τώρα. Καλό καλοκαίρι λοιπόν με πιο πολλά «τώρα» και λιγότερα «πότε»!
GIPHY App Key not set. Please check settings