Ενώ ήταν ακόμα ηθοποιός και η φήμη της εξαπλωνόταν στον παγκόσμιο χάρτη, βρέθηκε στο Καντακές για τα γυρίσματα της ταινίας «Μηχανικά Πιάνα».
Συμπτωματικά, στο Καντακές είχε το εξοχικό του ο Σαλβαντόρ Νταλί και οι δυο τους συναντήθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 για μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης για το φιλολογικό περιοδικό Red Book.
Ενώ οι δύο καλλιτέχνες ξεδίπλωναν τις εκ διαμέτρου αντίθετες προσωπικότητές τους, ο Νταλί την ρώτησε: «Τι θα έκανες αν είχες τη δύναμη να ελέγξεις το πεπρωμένο σου;». Και η Μελίνα, μέσα σε λίγες μόνο προτάσεις, περιέγραψε όλα αυτά που επρόκειτο να συμβούν και που την ανέβασαν στο βάθρο των σπουδαίων Ελλήνων που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ.
«Δεν είμαι ικανοποιημένη με αυτό που έγινα. Ίσως να ήθελα να πάψω να είμαι ηθοποιός. Θα ήθελα να ασχοληθώ με κάτι βαθύτερο, να µε προετοιμάσω για άλλα καθήκοντα που θα ήταν περισσότερο σημαντικά. Θα ήθελα να κάνω κάτι για τη χώρα µου… Θα ήθελα όλος ο κόσμος να γνωρίσει και να αγαπήσει την Ελλάδα, να μάθει τη δύναμη και την ομορφιά του λαού µας».
Τα λόγια της ήταν προφητικά. Το πραξικόπημα της 21 Απριλίου 1967 τη βρήκε στο εξωτερικό όπου παρουσίαζε στο Μπρόντγουεϊ το «Illya Darling» κι εμφανίστηκε στις κάμερες των αμερικανικών μέσων να δηλώνει κλαίγοντας «Σας παρακαλώ μην πάτε στη χώρα μου».
Η Μελίνα Μερκούρη, λόγω του αντιδικτατορικού της αγώνα, στερήθηκε την ελληνική ιθαγένεια καθ’ όλη τη διάρκεια της «επταετίας». Όταν πληροφορήθηκε την απόφαση της χούντας έκανε την ιστορική δήλωση «Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα. Ο Παττακός γεννήθηκε φασίστας και θα πεθάνει φασίστας».
Με συνεντεύξεις, συναυλίες, ηχογραφήσεις, απεργίες πείνας και πολιτικές εκδηλώσεις αποτέλεσε μόνιμο πρόβλημα για τη χούντα που αποπειράθηκε να την δολοφονήσει με διάφορους, ανεπιτυχείς, τρόπους. To καθεστώς των συνταγματαρχών την χαρακτήριζε «ανθέλληνα» και «εχθρό» του ελληνικού τουρισμού.
Δύο ημέρες μετά την επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στις 26 Ιουλίου του 1974, επέστρεψε στην αγαπημένη της Ελλάδα και δίπλα στον Ξυλούρη, τον Νταλάρα, τον Κατράκη, τον Λοΐζο, τη Μαρίζα Κωχ, την Καρέζη και τον Καζάκο, τραγούδησε με τη χαρακτηριστική παθιασμένη φωνή της το «Συννεφιασμένη Κυριακή» του Τσιτσάνη, το «Καφενείο η Ελλάς» του Μαρκόπουλου και δύο του Σαββόπουλου, τον «Καραγκιόζη» και την «Κύπρο».
Το 1981 ο Ανδρέας Παπανδρέου την τοποθέτησε στο Υπουργείο Πολιτισμού απ’ όπου διακήρυττε ότι «η βαριά βιομηχανία της χώρας είναι ο πολιτισμός» και έδωσε μάχη για την προώθησή του τόσο στο εξωτερικό όσο και το εσωτερικό.
Επιπλέον, ξεκίνησε την εκστρατεία για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, θίγοντας το θέμα επίσημα στη Διεθνή Διάσκεψη Υπουργών Πολιτισμού της UNESCO, τον Ιούλιο του 1982, στο Μεξικό.
Η προσωπικότητα της Μελίνας, η οποία γεννήθηκε σαν σήμερα πριν από 101 χρόνια, είναι αδύνατο να χωρέσει σε άρθρα για τη ζωή και το έργο της. Ό,τι και να γράψουμε είναι λίγο.
Το πάθος, το πείσμα, η πίστη στη δύναμη της γυναίκας και η παντοτινή της αγάπη για την Ελλάδα περιγράφονται με επιτυχία στις αφηγήσεις φίλων και συνεργατών της.
Η φλόγα της, όμως, γεμάτη τρυφερότητα και ερωτισμό, μπορεί να κάψει και τα 24 γράμματα της αλφάβητου εάν επιχειρήσεις να την στριμώξεις σε λέξεις και βιβλία.
Για μένα, η Μελίνα είναι η πιο σπουδαία γυναίκα της γενιάς μου και όταν κλήθηκα να την συστήσω σε παιδιά της επόμενης γενιάς που αγνοούσαν ακόμα και το όνομά της, η ερμηνεία της στον κυρ-Αντώνη παρέα με τον αγαπημένο της Μάνο ήταν αρκετή για να την ερωτευθούν όσο κι εμείς.
Εξάλλου, όπως ανέφερε κάποτε η ηθοποιός Κάτια Δανδουλάκη, «τη Μελίνα την ερωτεύονταν και τα παπούτσια της».
GIPHY App Key not set. Please check settings