Όταν ο άλλος «στάζει μέλι», μη ξεχνάς… προβάλλει τι αληθινά είναι.
Επιστρέφω στο σπίτι μετά από έναν καφέ με μια παλιά συνάδελφο που είχα να δω χρόνια. Δουλεύαμε στα media μαζί (εκείνον τον καιρό…!) και η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν κάναμε ιδιαίτερη παρέα, είχαμε όμως μια καλή συνεργασία.
Μου στέλνει λοιπόν μήνυμα πως πέρασε τόσος καιρός και έχουμε τόσα να πούμε και να πάμε για τον περίφημο καφέ. «Φυσικά και να πάμε, θα χαρώ πολύ να σε δω!» της γράφω. Και το εννοούσα. Διότι γνωρίζω καλά ότι οι άνθρωποι αλλάζουν και μπορεί η συγκεκριμένη να μην έσταζε μέλι ποτέ και για κανένα –αυτός ήταν και ο λόγος που δεν κάναμε ιδιαίτερη παρέα-, όμως, κάνουμε βήματα μπροστά οι άνθρωποι που θέλουμε να πάμε μπροστά, σωστά; Αυτή την εντύπωση ήθελα να έχω και για εκείνη…!
Και φτάνω στον καφέ: Ποιος κοιμήθηκε με ποιόν, ποια ξεμαλλιάστηκε με ποια και γιατί, πόσο καθόλου αξιοκρατικά ανεβαίνουν τη σκάλα της επιτυχίας αρκετΕΣ του χώρου, τι φόρεσε για να πάει στην εκδήλωση η τάδε (μα καλά, δε ντράπηκε μάνα πράγμα!) και άλλα τέτοια ωραία, οριακά χωρίς αναπνοή. Με την εσάνς πάντα του «Κάτσε να στα πω, από τότε που έφυγες, χαμός, το σώσε!…»
Θα είμαι μαζί σου ειλικρινής: Πολλά απ’ αυτά που άκουσα, τα περίμενα. Αυτό που όμως δεν περίμενα καθόλου, ήταν ότι δε θα πούμε καθόλου «τα νέα μας». Ούτε καν μια νύξη. Στο κεφάλι μου, σύγχυση. Στην ενέργεια που εξέπεμπα, σίγουρα, όσο κι αν προσπαθούσα να την καλύψω… αμηχανία.
Φυσικά και προσπάθησα να γυρίσω αλλού τη συζήτηση, το ρωτάς… Φυσικά και στα κόκκινα πανιά, επιστράτευα όλες μου τις δυνάμεις να δώσω άλλη διάσταση, μήπως και μπούμε σε καμία συζήτηση πιο… ουσιαστική. Με νόημα! Κάτι. Ακάθεκτη εκείνη! Τι πιο hot απ’ το κουτσομπολιό… Τι πιο hot από το να θάβεις, μπας και ανέβεις.
«Αν δεν έχεις να πεις κάτι καλό, καλύτερα σώπασε», αυτό γυρνούσε διαρκώς στο μυαλό μου. Και δε σώπαινε παιδιά. Με τίποτα όμως. Και όλο έριχνε φιτιλιές, τις οποίες διαδεχόντουσαν οι φιδιές και όλο αυτό έμοιαζε λες και… της «έδινε ζωή».
Θεέ μου, πόσο θλιβερό. Πέρασαν τόσα χρόνια, άλλαξαν τόσο οι ζωές μας (η δική μου τουλάχιστον σίγουρα!) και το κράξιμο καλά κρατεί. Αλήθεια, τι τροφοδοτεί και ποια ανάγκη μας καλύπτει; Και αν μέσα σε όλο αυτό, δαγκώσουμε τη γλώσσα μας τι θα συμβεί;…
Πίνω την τελευταία γουλιά του καφέ, τη χαιρετώ «Καλή συνέχεια στη μέρα σου, καλή ζωή…!» και επιστρέφω σπίτι με ένα κεφάλι καζάνι και γεμάτη ενοχές. Για το χρόνο που σπατάλησα. Για την ενέργεια που ξόδεψα. Για το ότι δεν κατάφερα να τη σταματήσω με τι-πο-τα, όσα μέσα κι αν έβαλα μπροστά… Και ανοίγω το κινητό.
«Όταν οι άνθρωποι σου δείχνουν ποιοι πραγματικά είναι, να τους πιστεύεις, την πρώτη φορά», διαβάζω σε ένα post. Αχ τεράστια Maya Angelou… Έπρεπε να σε είχα διαβάσει πριν από αυτόν τον καφέ, που αποδείχτηκε σκέτη τραγωδία. Δεν ήξερα…
Τώρα, ξέρω!
GIPHY App Key not set. Please check settings