Είχα να του στείλω πρώτη μήνυμα –και έχει πολλή μεγάλη σημασία αυτό που σου λέω– τουλάχιστον ένα χρόνο. Συνήθως έστελνε εκείνος και μάλιστα συχνά πυκνά, είτε για να δει τι κάνω, είτε γιατί είχε δει ένα όνειρο υγρό με τους δυο μας και ήθελε να… το μοιραστεί.
Δε μπορώ να σου πω ότι δεν τον σκεφτόμουν. Δεν ήμασταν μαζί ποτέ, αλλά η επικοινωνία μας ήταν σα να είμαστε. Γνωριζόμασταν χρόνια, υπήρχαν πάντα συναισθήματα και μάλιστα δυνατά, αυτό όμως που δεν υπήρχε, ήταν το timing.
Μου είχε βρει το αμάξι που τελικά αγόρασα, του είχα βρει τη ψυχολόγο του, μου έστελνε λουλούδια σε κάθε επιτυχία που μάθαινε ότι είχα, του έστελνα καρδιές στο Viber και οι συζητήσεις μας συνήθως ξεκινούσαν, τελείωναν (ή και τα δύο) με ένα «Σε θέλω».
Όλη αυτή η ιστορία σιγόκαιγε πέντε χρόνια
Υπήρχαν διαστήματα που η επικοινωνία αραίωνε και άλλα που ήταν η πρώτη μου σκέψη το πρωί, που ξυπνούσα με την αίσθησή του παντού μου. Μια μου έλειπε, μια χανόμουν στη ρουτίνα μου και με μια ειδοποίηση «ντιν ντιν», έμπαινα ξανά, οικειοθελώς και κατακόκκινα στη «φούσκα» μας.
Μια φούσκα που τα είχε όλα μέσα, πέρα από παρουσία φυσική. Δε με ενοχλούσε. Σχεδόν το είχα πιστέψει πως «δε μπορείς να έχεις τα πάντα σε αυτή τη ζωή» και ήμουν εντάξει με αυτό, ειδικά όταν μου αποκάλυψε ότι είναι με κάποια κοπέλα πια και «είναι καλά».
Ούτε κι αυτό με ενόχλησε. Δεν τον «είχα» ποτέ. Τι έχασα; Δε με «είχε» ποτέ. Τι χάσαμε; Απλά συνεχίσαμε στη ροή ενός ντέρμπι «ερωτικό-φιλικό». Χωρίς ενοχές, χωρίς δισταγμό, χωρίς τέλος.
Μέχρι που ήρθε αυτή η μεγάλη εβδομάδα
Η τεράστια αυτή εβδομάδα που δε σταματήσαμε να μιλάμε λεπτό και κλείναμε το κινητό μόνο για να μαζέψουμε δυνάμεις λίγο και να κοιμηθούμε (!). Ε και να σου πω κάτι; Δεν άντεξα… Ήθελα να τον δω.
Ήθελα να κάνουμε πράξη όλα όσα μια ολόκληρη εβδομάδα «κάναμε» ο ένας στον άλλο στη «φούσκα» μας και με κάθε λεπτομέρεια είχαμε περιγράψει. Τα πάντα πάνω μου φώναζαν το όνομά του, το σώμα του, τα χείλη, την ανάσα του.
Ε και ναι, πάτησα πόδι στη λογική, ξέχασα προς στιγμήν την κοπέλα του –και μαζί το λόγο που δεν του έστελνα πρώτη μήνυμα έναν ολόκληρο χρόνο, μη γίνει καμιά στραβή– και του έστειλα. Το μήνυμα ήταν λιτό, απλούστατο και με πολύ καθαρή πρόθεση:
«Θέλω να σε δω».
Η απάντηση;
«Εμ… σε μένα πηγαίνει αυτό όντως; Βασικά ξέρεις, έχω κοπέλα είμαστε μαζί ένα χρόνο και είμαστε πάρα πολύ καλά…».
Σοκ.
Και ενώ σε δευτερόλεπτα αντιλαμβάνομαι προφανώς τι έχει γίνει, ετοιμάζομαι να γράψω δοκίμιο ξελασπώματος -για χάρη του-, του στιλ «Ωχ συγνώμη για την αναστάτωση, κατά λάθος το έστειλα σε σένα, πόσα χρόνια έχουμε να μιλήσουμε, χαίρομαι που έχεις κοπέλα και είσαι καλά, εύχομαι να είσαι πάντα καλά φίλε μου» και τα συναφή… block, delete από παντού ο κύριος και εγώ στο χάος.
Πάνε τα λουλούδια, πάνε οι καρδιές, πάνε και οι φούσκες
Πιο πολύ απ’ όλα όμως δε με πόνεσαν αυτά που «πάνε», αλλά το πόσο σκληρά συνειδητοποίησα ότι «όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος» αφενός και το ότι έχασα έναν άνθρωπο που αλήθεια, θεωρούσα πολύ δικό μου, γιατί απλά δεν ήταν ποτέ «μόνο ερωτικό».
Σίγουρα ήρθε σε πολύ δύσκολη θέση, σίγουρα έχει σκεφτεί να έρθει σε επαφή μαζί μου και ίσως ντρέπεται και σίγουρα με σκέφτεται. Το ξέρω. Γιατί το ίδιο ισχύει και για μένα. Και απλά, το ξέρω. Πες το ένστικτο, διαίσθηση, ό,τι…
Αν θες, πίστεψέ το, έχουν περάσει χρόνια από τότε και όσο εύχομαι να είναι ειλικρινά καλά μέσα απ’ την καρδιά μου, άλλο τόσο –ακόμα– περιμένω ένα «ντιν ντιν» από εκείνον στο Viber.
Γιατί σε σπάει όταν νιώθεις ότι ο άλλος δεν υποστήριξε έστω σε εσένα με έναν τρόπο, κάποιον οποιονδήποτε τρόπο, αυτό που είχατε κάποτε… Απλά, στη σπάει. Σε σπάει. Και ίσως μοιάζει εγωιστικό, αλλά δεν είναι. Θα καταλάβαινες, αν ζούσες, ό,τι ζήσαμε…
Μου έλειψε η φούσκα μας.
Μου έλειψε εκείνος.
Και μου έλειψα κι εγώ όσο «ήμουν μαζί του».
*Από φίλη αναγνώστρια που μας διηγήθηκε την ιστορία της προφορικά κι εμείς τη βάλαμε στο χαρτί.
GIPHY App Key not set. Please check settings