Συνέντευξη στη Μάρη Γαργαλιάνου
«O εγκλεισμός στη πλειοψηφία του αποτέλεσε ένα τραυματικό γεγονός που είχε -και εξακολουθεί να έχει- σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνική, οικονομική αλλά και ψυχική μας ζωή. Οι συνθήκες ζωής μας άλλαξαν άρδην, ενώ πρακτικά, κανένας άνθρωπος, δεν έμεινε ανεπηρέαστος. Ό,τι θεωρούνταν “σταθερό” και διαχρονικό, έπαψε να είναι εξασφαλισμένο και αντικαταστάθηκε από την αστάθεια και κατ’ επέκταση, το φόβο, την ανησυχία, την ανασφάλεια και άλλα σύνοδα συμπτώματα».
Πως αποτυπώνεται η αβεβαιότητα, η ανασφάλεια, το στρες και η απώλεια, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα στη ψυχή και το σώμα; Τι ρόλο έπαιξε η ψυχική μας ανθεκτικότητα στις συνθήκες εγκλεισμού; Τελικά υπάρχουν αντίδοτα για τη θλίψη, την πλήξη και το αίσθημα της έλλειψης ελευθερίας; Η Δρ. Μάρσα Κολέτση, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια και Instructor της Open Academy απαντά.
Διαβάστε αναλυτικά τη συνέντευξη
ΜΓ: Πολλοί άνθρωποι καλωσόρισαν τις «συνθήκες καραντίνας» με θετική σκέψη, προσπαθώντας να φτιάξουν καλύτερα το πρόγραμμά τους και τη ζωή τους, ενώ άλλοι στο όλο κλίμα ανασφάλειας και φόβου, βούτηξαν στην θλίψη και… την πλήξη. Από την εμπειρία σας, πόσο «καλό», ή «κακό» μας έκανε τελικά ο εγκλεισμός;
MK: O εγκλεισμός στην πλειοψηφία του αποτέλεσε ένα τραυματικό γεγονός που είχε -και εξακολουθεί να έχει- σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική μας υγεία. Ήρθαμε αντιμέτωποι με μία πρωτοεμφανιζόμενη νόσο και μαζί της υποδεχτήκαμε το «άγνωστο», το αβέβαιο. Ως αποτέλεσμα, η ανησυχία, ο φόβος και το αυξημένο στρες αποτελούν φυσιολογικές αντιδράσεις του ανθρώπινου οργανισμού μπροστά σε αυτή την καινούρια «απειλή». Οι συνθήκες ζωής μας άλλαξαν άρδην, αναγκάζοντας μας να ακολουθήσουμε μέτρα που μας επιβλήθηκαν προκειμένου να αποφευχθεί η εξάπλωση του ιού, αλλά έφεραν και βαρύτατες συνέπειες. Πρακτικά, κανένας άνθρωπος, δεν έμεινε ανεπηρέαστος από την έλευση του Covid-19. Ό,τι θεωρούνταν “σταθερό” και διαχρονικό, έπαψε να είναι εξασφαλισμένο και αντικαταστάθηκε από την αστάθεια, το φόβο, την ανησυχία, την ανασφάλεια και άλλα σύνοδα συμπτώματα.
ΜΓ: Τηλεργασία, τηλεκπαίδευση, τηλε- καφέδες με αγαπημένα πρόσωπα, τηλε- συνεδρίες με ψυχοθεραπευτές. Για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα –και για κάποιες και κάποιους ακόμα καθημερινότητα- η ζωή μας στα χρόνια της πανδημίας ήταν αυτή. Ήρθαμε πιστεύετε περισσότερο κοντά… ή μήπως απομακρυνθήκαμε;
MK: Η καταφυγή σε απομακρυσμένους τρόπους (τηλέ) ώστε να μπορέσουμε να διατηρήσουμε κάποιες από τις δραστηριότητες που είχαμε, αποτέλεσε μία θετική πρακτική που βοήθησε ώστε να έχουμε μία αίσθηση καθημερινότητας και “φυσιολογικότητας”. Έφερε οφέλη… για παράδειγμα η τηλεργασία, ήταν ελάχιστα διαδομένη στην Ελλάδα, ενώ παγκοσμίως αποτελεί μία εγκαθιδρυμένη πρακτική, προσέφερε ελεύθερο χρόνο, που κερδίζονταν από τις μετακινήσεις, σίγουρα όμως δεν μας έφερε πιο κοντά. Η λεκτική επικοινωνία, αποτελεί ένα βασικό μέσο ώστε να μοιραζόμαστε και να ερχόμαστε πιο κοντά, όμως δεν αντικαθιστά την εγγύτητα της δια ζώσης επαφής, του αγγίγματος, της αγκαλιάς και της επαφής μέσω φυσικής παρουσίας.
ΜΓ: Κάποιοι άνθρωποι, έγιναν ψυχικά πιο ανθεκτικοί, ενώ άλλοι επιβαρύνθηκαν έντονα ψυχολογικά, αλλά και σωματικά. Η έλλειψη ελευθερίας, η αβεβαιότητα, η απώλεια αγαπημένων και το στρες που προκύπτει εξαιτίας όλων αυτών και μεταξύ άλλων, πως μπορούν να αποτυπωθούν βραχυπρόθεσμα, ή μακροπρόθεσμα στη ψυχή και το σώμα;
MK: Η ψυχική και σωματική υγεία των ανθρώπων λόγω των παραπάνω συνθηκών επιβαρύνθηκε στη πλειοψηφία τους, αλλά το εύρος και η σοβαρότητα ποίκιλλε σημαντικά. Η έλλειψη κοινωνικής αλληλεπίδρασης και επαφής με τους κοντινούς μας ανθρώπους, οδήγησε στην αύξηση μοναξιάς και κοινωνικής απομόνωσης. Δεν προξενεί έκπληξη άλλωστε, ότι Ελληνικές και Ευρωπαϊκές έρευνες που μελέτησαν τις συνέπειες του COVID-19 κατέδειξαν αυξημένα ποσοστά κατάθλιψης, αγχωδών διαταραχών, φοβιών, εξαρτήσεων στο διαδίκτυο, χρήσης αλκοόλ και ναρκωτικών ουσιών, διαταραγμένη διατροφική συμπεριφορά, αύξηση ενδο-οικογενειακής βίας, σεξουαλικής κακοποίησης και άλλα. Επιπλέον, σε άτομα που ήδη ανήκαν σε ευπαθείς ομάδες, όπως για παράδειγμα ψυχιατρικά ασθενείς, ο αποκλεισμός τους από δραστηριότητες, οδήγησε στην επιδείνωση των ψυχολογικών και ψυχιατρικών τους προβλημάτων.
ΜΓ: Αν το ίδιο το άτομο δεν αντιληφθεί και δεν αντιμετωπίσει έγκαιρα όλα αυτά, τότε τι μπορεί να συμβεί; Σε ποια περίπτωση κάποιος πρέπει να ζητήσει ψυχολογική υποστήριξη;
MK: Η ψυχολογική υποστήριξη συνίσταται, όταν το άτομο βιώνει συναισθήματα και καταστάσεις, οι οποίες επιβαρύνουν την καθημερινότητα του, επιδρούν στη διάθεση του και γενικά επηρεάζουν την λειτουργικότητα του. Συχνά, τέτοιες καταστάσεις αντιμετωπίζονται ως κάτι παροδικό και υπάρχει η πεποίθηση ότι “θα περάσουν από μόνες τους”. Αυτή όμως, είναι μία σκέψη που ανακουφίζει βραχυπρόθεσμα το άτομο και το πιο πιθανό είναι είτε η συνθήκη που βιώνει πρόσκαιρα να “ησυχάσει” και να αναβιωθεί στο μέλλον, είτε να παραμείνει και να γίνει χρόνια. Όπως με όλες τις ασθένειες, έτσι και σε θέματα ψυχικής υγείας, η έγκαιρη και έγκυρη αντιμετώπιση αποτελεί το μεγαλύτερο όπλο για την θεραπεία και κατ’ επέκταση την ίαση και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής του ατόμου.
ΜΓ: Το «πηγαίνω σε ψυχολόγο» αποτελούσε για χρόνια ολόκληρα ταμπού. Πλέον, οι άνθρωποι το εκφράζουν όλο και πιο ανοιχτά και αυτό είναι σπουδαίο. Τι πιστεύετε έχει παίξει εδώ το ρόλο του;
MK: Η Ελλάδα παραμένει ακόμη στη δομή της μία συντηρητική κοινωνία, όπου η έκθεση των προσωπικών ιστοριών σε “αγνώστους” παραμένει για πολλούς ταμπού. Είναι αλήθεια, ότι το επάγγελμα του ψυχολόγου – ψυχοθεραπευτή, φαίνεται να αντιμετωπίζεται πιο θετικά τα τελευταία χρόνια και αυτό έχει να κάνει κυρίως με το γεγονός ότι η επιστήμη της Ψυχολογίας παρουσιάζει τεράστια ανάπτυξη, υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση και αναπτύσσονται κλάδοι που μας προφέρουν πολύτιμες γνώσεις για τη λειτουργία του ανθρωπίνου οργανισμού, π.χ. Νευροψυχολογία, Εξελικτική Ψυχολογία, Θετική Ψυχολογία. Επίσης, τα οφέλη του ψυχολόγου και η παρουσία του σε διάφορες δομές, όπως σε Νοσοκομεία, σχολεία, φυλακές, επιχειρήσεις κ.α. καταδεικνύουν τη θετική του επίδραση ως προς τη σημασία της πρόληψης και έγκαιρης υποστήριξης κάτι το οποίο είναι αντιληπτό και από το Κράτος καθώς και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, αφού πλέον τοποθετούνται Ψυχολόγοι σε αντίστοιχες δομές. Ακόμη όμως, έχουμε να διανύσουμε αρκετό δρόμο… Η Ψυχική Υγεία θα πρέπει να πάψει να αντιμετωπίζεται ως ένα προϊόν πολυτέλειας, καθώς αποτελεί τη βασική προϋπόθεση ανθρώπινης ανάπτυξης και εξέλιξής και έτσι θα πρέπει να αντιμετωπίζεται.
ΜΓ: Μια σύντομη αναζήτηση στο διαδίκτυο σχετικά με τον όρο «ψυχική ανθεκτικότητα», μας εμφανίζει ένα σωρό άρθρα και «μαγικές συνταγές» με «how to» για να τη χτίσουμε. Αλήθεια, υπάρχουν «μαγικές συνταγές»; Η πανδημία πιστεύετε μας βοήθησε στο να χτίσουμε Ψυχική Ανθεκτικότητα;
MK: Η πανδημία σίγουρα αποτελεί μία κατάσταση που θα μπορούσε να συμβάλλει στη μέτρηση της ψυχικής μας ανθεκτικότητας και να μας προσφέρει πολύτιμα μαθήματα αυτό-αξιολόγησης για τα “εργαλεία” που έχει ο καθένας από εμάς στη φαρέτρα του όταν βιώνει μία σημαντική, στρεσογόνα κατάσταση από την οποία πλήττεται σε πολλά επίπεδα, όπως είναι αυτή του Covid-19. Η ψυχική ανθεκτικότητα αναφέρεται στο κατά πόσο ένα άτομο έχει την ικανότητα να διαχειρίζεται τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει, να μην κατακλύζεται από αυτές και να παρουσιάζει ικανότητα να ανακάμπτει. Αυτό όμως, εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες, όπως τον τρόπο που μεγάλωσε, τις αξίες και δεξιότητες που έχει καλλιεργήσει, την ύπαρξη υποστηρικτικού πλαισίου στη ζωή του και ούτω καθεξής. Οι παραπάνω έννοιες «χτίζονται» στο χρόνο, συχνά αποτελούν αντικείμενο διερεύνησης και βελτίωσης στη θεραπεία και σίγουρα δεν αποτελούν κάτι που βρίσκεις σε ένα manual, ή αποκτάς εν μία νυκτί, όποτε οι μαγικές συνταγές βρίσκονται μόνο στα παραμύθια.
ΜΓ: Όταν ο Covid -19 θα έχει αποτελέσει πια παρελθόν, πως πιστεύετε θα καλωσορίσουμε τη νέα αυτή εποχή;
MK: Η μετά covid εποχή θα πρέπει να καλωσοριστεί με προσεκτικό χειρισμό, με επίκεντρο την ψυχική υγεία και τη δυνατότητα πρόσβασης περισσότερων ανθρώπων για ψυχοκοινωνική και συμβουλευτική υποστήριξη. Το έμμεσο κόστος της παροχής φροντίδας είναι μεγάλο, καθώς η απώλεια παραγωγικότητας ως αποτέλεσμα άγχους και κατάθλιψης στοιχίζει στην παγκόσμια οικονομία 1 τρισεκατομμύριο δολάρια ετησίως (Lancet, 2020). Στη χώρα μας, με βάσει προηγούμενες έρευνες, το ποσοστό ατόμων που λαμβάνει θεραπεία έναντι αυτών που την αναζητούν, είναι 1 προς 4, ποσοστό που σίγουρα έχει αυξηθεί κατά πολύ και ενδεχομένως θα εκτοξευθεί τη μετά Covid εποχή. Σε ατομικό επίπεδο, η παροχή αυτοφροντίδας, η αναζήτηση ελεύθερου και ποιοτικού χρόνου με τρόπο που ευχαριστεί το άτομο, θα πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο της καθημερινότητας του ατόμου. Η μετά covid εποχή θα πρέπει να καλωσοριστεί με ελπίδα, σηματοδοτώντας το τέλος μιας τραυματικής κατάστασης που τέλειωσε, δεν βγήκαμε αλώβητοι μεν, αλλά καταφέραμε να επιζήσουμε και αυτή η ύπαρξη προοπτικής είναι σημαντικό να λειτουργεί πάντα ως κινητήριος μοχλός για το μέλλον.
ΜΓ: Τελικά υπάρχουν αντίδοτα για τη θλίψη, την πλήξη και το αίσθημα της έλλειψης ελευθερίας;
MK: Όπως προαναφέρθηκε δεν υπάρχουν «μαγικά χάπια» και «μαγικές συνταγές». Η θλίψη αποτελεί ένα συναίσθημα που έχει λόγο ύπαρξης και δεν θα πρέπει να αποφεύγεται, έχει κάτι να μας πει, μπορεί να αποτελεί την αντίδραση σε μια κατάσταση που βιώσαμε, την εκτόνωση αυτής ή και ένα στάδιο για να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα, όπως σε περιπτώσεις πένθους, απώλειας κ.τ.λ. Αντίστοιχα και η βαρεμάρα και η έλλειψη ελευθέριας, όπως και κάθε ψυχοπιεστική κατάσταση, θα πρέπει να αναγνωρίζεται και να προσπαθούμε να δούμε πως μπορούμε να πορευτούμε με αυτήν. Πως μπορούμε να την κατανοήσουμε, να την αποδομήσουμε, εάν είναι εφικτό και ως εκ τούτου να τη διαχειριστούμε, χωρίς να μας διαλύσει, ή να χάσουμε κομμάτια, ή και όλο τον εαυτό μας.
Πρώτη δημοσίευση: Open Academy
GIPHY App Key not set. Please check settings