in ,

Ρόζα: Η γυναίκα που είχε κουραστεί να υποχωρεί

Η ακτιβίστρια που έμελλε να γίνει σύμβολο.

Ήταν 1η Δεκεμβρίου του 1955 στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα. Η Ρόζα Παρκς περίμενε το λεωφορείο για να επιστρέψει σπίτι της μετά από μια κουραστική μέρα στη δουλειά.

Όταν άνοιξε η πόρτα του λεωφορείου, αναγνώρισε τον οδηγό Τζέιμς Μπλέικ που 12 χρόνια πριν την είχε κατέβασε στη βροχή επειδή τόλμησε να μπει από την μπροστινή πόρτα, που ήταν μόνο για λευκούς.

Μπήκε στο λεωφορείο και κάθισε στις πίσω θέσεις που προορίζονταν μόνο για τους μαύρους. Τρεις στάσεις μετά, μπήκαν μερικοί λευκοί.

Όταν ο οδηγός είδε πως τέσσερεις λευκοί έμειναν όρθιοι, απαίτησε από τους μαύρους να σηκωθούν για να ελευθερωθούν θέσεις. Υπάκουσαν όλοι εκτός από τη Ρόζα.

Ο οδηγός την απείλησε πως αν δεν σηκωθεί από τη θέση της, θα φέρει την αστυνομία

Η Ρόζα παρέμεινε καθιστή, ο οδηγός πραγματοποίησε την απειλή του και γρήγορα κατεύθασαν οι αρχές και την κατέβασα από το λεωφορείο με τη βία.

Η Ρόζα οδηγήθηκε στο κρατητήριο για παραβίαση των νόμων περί φυλετικών διακρίσεων και τέσσερις μέρες αργότερα δικάστηκε και κρίθηκε ένοχη.

Την ίδια μέρα, όλοι οι Αφροαμερικάνοι του Μοντγκόμερι αποφάσισαν να μποϊκοτάρουν τα λεωφορεία. Αν και έβρεχε, δεν ανέβηκε κανένας στο συγκεκριμένο μέσο μεταφοράς ενώ αρκετοί χρειάστηκε να διανύσουν μέχρι και 32 μίλια με τα πόδια.

Ήταν η μέρα που σύσσωμη η αφροαμερικανική κοινότητα συσπειρώθηκε και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έβγαλε έναν από τους πρώτους δημόσιους λόγους του που έμεινε στην ιστορία:

«Έρχεται κάποια στιγμή που οι άνθρωποι κουράζονται. Είμαστε εδώ αυτό το απόγευμα για να πούμε σε όλους αυτούς που μας κακομεταχειρίζονται τόσο καιρό, ότι έχουμε κουραστεί. Έχουμε κουραστεί τον διαχωρισμό, την ταπείνωση, τον ξυλοδαρμό της καταπίεσης».

Το μποϊκοτάζ στα λεωφορεία διήρκησε 381 μέρες

Το σύστημα μεταφορών γονάτισε οικονομικά, κόπηκαν δρομολόγια και αυξήθηκε η τιμή του εισιτηρίου.

Όλο αυτό το διάστημα, οι αφροαμερικανοί δέχονταν απειλητικά τηλεφωνήματα, αδικαιολόγητες επιθέσεις, ακόμα και πρόστιμα για ανύπαρκτες παραβιάσεις αλλά δεν λύγισαν.

Δεν υποχώρησαν, ούτε απάντησαν με βία.

Η κατάσταση, όμως, άρχισε να βγαίνει εκτός ελέγχου όταν στις 30 Ιανουαρίου του 1956 εξερράγη μία βόμβα στο σπίτι του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ενώ ήταν μέσα η γυναίκα και η κόρη του.

Τότε, ένα εξαγριωμένο πλήθος συγκεντρώθηκε έξω από το σπίτι του Κινγκ, ο οποίος τους ζητούσε να κάνουν υπομονή και να μην προκαλέσουν βίαια επεισόδια.

Στις 13 Νοεμβρίου του 1956, η Ρόζα Παρκς, ο Κινγκ και ο αγώνας της αφροαμερικανικής κοινότητας δικαιώθηκαν

Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι νόμοι φυλετικού διαχωρισμού είναι αντισυνταγματικοί και την επόμενη μέρα, η Ρόζα μαζί με τον σύντροφό της Έντγκαρ Νίξον και τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ επιβιβάστηκαν σε ένα λεωφορείο.

Η Ρόζα κάθισε σε μπροστινή θέση, σχεδόν δίπλα στον οδηγό, και δεν την κατέβασε κανείς.

«Ο κόσμος λέει ότι δεν παραχώρησα τη θέση μου γιατί ήμουν κουρασμένη, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν ήμουν σωματικά κουρασμένη ούτε περισσότερο κουρασμένη απ’ όσο ήμουν συνήθως στο τέλος μιας ημέρας στη δουλειά. Όχι, η μόνη κούραση που είχα, ήταν αυτή του να υποχωρώ»

έγραψε αργότερα στην αυτοβιογραφία της.

Ποια ήταν όμως η Ρόζα Παρκς, η ακτιβίστρια που έμελλε να γίνει σύμβολο και που το 1996 τιμήθηκε με το προεδρικό μετάλλιο της ελευθερίας για τον αγώνα της κατά του ρατσισμού;

Μια 42χρονη μοδίστρα που απλά είχε κουραστεί από την καταπίεση, την αδικία και τις διακρίσεις. Μια γυναίκα που είχε κουραστεί να υποχωρεί. Μία γυναίκα όπως εσύ κι όπως εγώ.

Όπως η οικονομική μετανάστρια απ’ το Αφγανιστάν που πνίγηκε σε μια αυτοσχέδια σχεδία, η πρόσφυγας απ’ τη Συρία που την πέταξαν σε μία βρώμικη δομή, η γυναίκα που την βίασαν και της ζητούν τα ρέστα, η κόρη που την σκότωσαν επειδή ήθελε διαζύγιο, η μάνα που έμεινε άνεργη επειδή έκανε παιδιά, η φίλη μας που βουλιάζει ψυχολογικά μετά από κάθε «αθώο» σεξιστικό αστείο, ο Ζακ που τον δολοφόνησαν επειδή ήταν «αδερφή», ο Φύσσας που τον δολοφόνησαν επειδή δεν ήταν φασίστας,…

Οι διακρίσεις στους ανθρώπους ανάλογα με το χρώμα, την καταγωγή, το φύλο, την ιδεολογία, την σeξουαλικότητα ή την κοινωνική τάξη δεν λείπουν από τον παγκόσμιο χάρτη.

Δεν λείπουν ούτε από τη χώρα μας, όσο κι αν θέλουμε να ευλογούμε τα γένια μας. Όμως κάποια στιγμή οι άνθρωποι κουράζονται και η κούραση του να υποχωρούμε συνεχώς, είναι αβάσταχτη.

Written by Αλεξάνδρα Κεντρωτή

Δημοσιογράφος

Ο καθένας με τις δυνάμεις που διαθέτει, μπορεί να κάνει τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος για να ζούμε. Εγώ διάλεξα να το κάνω με την πένα μου. Είναι το μόνο όπλο που διαθέτω απέναντι στον σεξισμό, τον ρατσισμό και τον απαίσιο φανατισμό και είμαι αποφασισμένη να το χρησιμοποιήσω.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

GIPHY App Key not set. Please check settings

Αυτό που με συναρπάζει στους ανθρώπους, ταυτόχρονα με θλίβει

Εσύ πόση ειρήνη αντέχεις να κρατήσεις;